©Copyright 2013-2024
RIKA KRITHARA: Mirror Fugues
Exhibition | Four Rooms, Four Curators Four Artists, Kappatos Gallery, Athens
Text by Efi Strouza
“Λέγεται ότι όλα τα ωραία πράγματα είναι και ακριβά και δεν δίνονται δωρεάν. Αλλά τελικά όλο το Σύμπαν δινεται εντελώς δωρεάν”
(από το “Χρονικό του Χρόνου” του Stephen W. Hawking, Εκδ. Κάτοπτρο, σ. 198)
Με τι αλήθεια καταπιανεται ο καλλιτέχνης σήμερα; Ποιό είναι το αντικείμενο όπου στρέφεται η ματιά την εποχή της κυβερνητικής καθημερινότητας; Που είναι άραγε καταχωνιασμένη η ψυχή του ανθρώπου, αν ακόμα μπορούμε να μιλήσουμε γι αυτήν χωρίς να απωλέσουμε το “στυλ” της εποχής; Ποιά από τις δυο απώλειες στοιχίζει περισσότερο στον σύγχρονο: αυτή του “εαυτού” ή της “στιγμής”, αυτής της περίφημης στιγμής, που οπως είπε ο υμνητής του “εδώ και τωρα”, ο Andy Warhol, μπορεί να μας κάνει ολους διάσημους; Ανάμεσα στη πληθώρα των σημάτων που μας περιβάλλουν, με ποιά κριτήρια και με ποιά ευαισθησία διακρίνουμε αυτά που σημαίνουν από αυτά που δια-σημαίνουν, έτσι ώστε να αναφαίνονται στο προσκήνιο της πνευματικής ή καλλιτεχνικής δράσης φυσιογνωμίες μυθικές και σύγχρονες, μόνιμα ανανεωμένες, από τον 'Ομηρο έως τον Hawking και άλλες, επίκαιρες αλλά κουρασμένες, από τον Warhol έως την Madonna;
Η ανταπόκριση στην πρόσκληση της Γκαλλερί του Γεράσιμου Καππάτου να επισημανθεί η “ανέκδοτη” δουλειά ενός νέου καλλιτέχνη αυτόματα γεννά ερωτήματα που έχουν να κάνουν με το εύρος της οπτικής σκοπιάς, από την οποία ο νέος άνθρωπος παρατηρεί, ερμηνεύει, σχολιάζει, αναλύει την πραγματικότητα της ζωής μέσα στην πραγματικότητα της τέχνης.
Νομίζω ότι δεν θα ήμουνα μόνη στον ισχυρισμό ότι όσο περισσότερο τα μοντέλα ζωής ομογενοποιούνται, τόσο ο εσωτερικός χώρος του ανθρώπου σμικραίνει, περιθωριοποιείται, καθώς οι “ανωμαλίες” της ατομικής ιδαιτερότητας μπορούν να σπάσουν τα ισχύοντα πρότυπα. Βέβαια, το δημοκρατικό σύστημα του πλανητικού πολιτισμού έχει προβλέψει και για τις ιδιαιτερότητες, δημιουργώντας πρότυπα ελαφράς ή σκληρής βίας – από τη μουσική heavy metal έως το φανατισμό και τον χουλιγκανισμό του γηπέδου – πρότυπα διαστροφής – πρότυπα σεξουαλικής πανδαισίας κ.ά., αλλά και ευεργετικά πρότυπα συλλογικής εργασίας για ανθρωπιστικούς σκοπούς. Οι διάφορες μορφές κοινωνικής συμπεριφοραάς που συναντάμε είναι πλεον διαρθρωμένες όχι σε κοινές ιδεολογικές βασεις όσο σε κοινούς μηχανισμούς δράσης και διάδοσης, που επιτρέπουν την αναπαραγωγή τους σε διαφορετικά γεωγραφικά μήκη, συνενώνοντας σταδικά διαφορετικές πραγματικότητες κάτω από ορισμένα, κοινά μοντέλα έκφρασης και λειτουργίας. Από μια σκοπιά, οι κοινές ροπές έκφρασης, που υπάγονται στις ανάλογες κατηγορίες κοινωνικής συμπεριφοράς, σηματοδοτούν και την απαρχή, σε πρωτόλεια μορφή, του οράματος αδελφοποίησης της ανθρωπότητας. Αλλά, παράλληλα, δεν μπορεί να κλείσει τα μάτια στη βεβιασμένη εισβολή προτύπων, που εδώ και δεκαετίες έχει συστηματικά μεθοδευτεί από τη Δύση στην Ανατολή, από το Βορρά προς το Νότο. Το βάρος της Οικονομικής Εξουσίας, μεταφερόμενο από τα οχήματα της τεχνογνωσίας και των παγκόσμιων θεσμικών δομών της Οικονομίας, πιέζει σύσσωμο την ανάλαφρη και εύθραυστη πραγματικότητα της ψυχής και του πνεύματος.
Αν η συνθήκη αυτή είναι το προιόν των επιταγών του διεθνισμού του εικοστού αιώνα, αυτό σημαίνει οτι ο εικοστός πρώτος γεννιέται πάνω σε αυτή την παραδοση. Πρόκειται όμως, για μια μοναδική παράδοση, με την έννοια ότι οι αρχές και τα βασικά συστατικά πάνω στα οποία βασίζεται – όπως οι ταχύτατοι ρυθμοί εξέλιξης του γνωστικού τομέα, η πληθωριστική τάση παραγωγής, κ.ο.κ. - θεωρητικά προδιαγράφουν την ταχύτατη υπέρβαση των παραδοσιακών αρχών του μοντερνισμού. Συχνά φάνηκε, κατά τη διάρκεια του αιώνα που κλείνει, ότι η υπερβολική ώθηση προς μια προοδευτική τροχιά ανάπτυξης, επανέφερε την πορεία σε χρόνο μηδέν σε σημείο μηδέν.
Η τέχνη του εικοστού αιώνα είναι ένας από τους κατ'εξοχήν τομείς δράσης, που χρειάστηκε να οχυρωθεί από κοινές θεσμικές δομές με σκοπό την προστασία της ιδιαιτερότητας των παραγωγικών της διαδικασιών. Σήμερα, μπορούμε να εκτιμήσουμε ότι η ομογενοποίηση της οργάνωσης του χώρου της τέχνης συνετέλεσε σημαντικά να υπερισχύσει και η ομοιογενοποίηση των γλωσσικών κωδίκων, ανεξάρτητα από τις παράλληλες επιδράσεις της παγκόσμιας κουλτούρας και των νέων μέσων επικοινωνίας. Έτσι, στο χώρο της τέχνης τα πρότυπα θεσμικής οργάνωσης – που αντιπροσωπεύονται από τις διάσημες γκαλλερί, τους διάσημους συλλέκτες και τα διάσημα μουσεία- κατέληξαν να υπερβαίνουν, σε πολλές περιπτώσεις, την ουσιαστική σημασία της καλλιτεχνικής πράξης, δηλαδή να δια-σημαίνουν χωρίς να μπορούν, βέβαια, να σημαίνουν ιδιότητα αποκλειστική του έργου τέχνης.
Ενώπιον αυτών των αναπόφευκτων συνθηκών εργασίας και παραγωγής του καλλιτεχνικού έργου, ο σημερινός σίγουρα δε μπορεί να μετέχει ανυποψίστος. Μέσα σε αυτή την εδραιωμένη πραγματικότητα, αναρωτιέμαι κανείς πως συμπεριφέρεται ο νέος καλλιτέχνης, ο οποίος εισέρχεται στον χώρο της τέχνης. Ποιά είναι τα όρια αυτού του χώρου που αναγνωρίζει και αποδέχεται και πώς η ιδιαιτερότητα της προσωπικής του όρασης βρίσκει την αντιστοιχία στις γλώσσες και στα μέσα που επιλέγει, προκειμένου να ταυτιστεί ή να διαφοροποιηθεί από την τάση ομογενοποίησης;
Πρόκειται, κατά τη γνώμη μου, για μια κρίσιμη επιλογή η οποία χαράζει το πνεύμα της δουλειάς ενός καλλιτέχνη στη συνέχεια της πορείας του, ανεξάρτητα από τις γλωσσικές μετεξελίξεις που μπορούν να συμβούν.
Τα όρια του χώρου της τέχνης είναι δεδομένα από τον περιορισμό λειτουργίας του μέσα σε ένα κοινωνικό χώρο, που διακινεί την τέχνη μεταξύ μιας ωμης συναλλαγής και ενος ονείρου. Κάπως όπως, άλλωστε, είναι και η πραγματικότητα της ζωής. Και ΄'ομως η τέχνη δε μπορεί να νοηθεί χωρίς να σημαίνει μια σαφή επιλογή εντός ή εκτός αυτών των ορίων.
Χωρίς ιδεολογικά ερείσματα και οι δύο επιλογές είναι σήμερα θεμιτές, αλλά ορίζουν εκ διαμέτρου αντίθετες στασεις ζωής, κάτι που σημαίνει ότι η ομογενοποίηση βρίσκει ακόμα τις αντιστάσεις της στον κόσμο των πνευματικών ανησυχιών. Από τη μια πλευρά, η αναφορά και η απεικόνιση μέρους από το σύνθετο δίκτυο αλληλεπιδράεσων, που δομούν τη σύγχρονη κοινωνική συμπεριφορά, νομιμοποιούνται από τη λογική αναγνώρισης της καλλιτεχνικής πράξης σ' ένα χώρο αυθαίρετων επιλογών από τα μέρη του συνόλου. Η προβολή των εξωτερικών χαρακτηριστικών μιας εποχής καταφέρνει να προβάλλει μέσω της τέχνης την τεχνική της δια-σήμανσης, φορτίζοντας δηλαδή με περισσότερη ένταση την ήδη βεβαρυμένη σύγχυση των σημάτων. Πετυχαίνει, με άλλα λόγια, έναν αποπροσανατολισμό, καθώς το “ίδιο” πράγμα της καθημερινότητας επικοινωνεί, μέσω της τέχνης, από ένα διαφορετικό επίπεδο, αυτό του “χώρου της τέχνης”.
Από την άλλη πλευρά, η κατάργηση των ορίων του χώρου της τέχνης δεν είναι υπόθεση μόνο θεωρητική. Είναι έργο ιδαίτερης αυαισθησίας και νέων εργαλείων, με τα οποία η τέχνη, εδώ και δεκαετίες, επιχειρεί να αποδυθεί του φορμαλιστικού της χαρακτήρα, εδραιώνοντας αντίθετα μια συν-αισθησιακή σχέση με το σύνολο των φαινομένων που συναποτελούν την εμπειρία της ζωής. Η τέταρτη διάσταση, αυτή του χρόνου, εισχωρεί σαν μια νέα παράμετρος ανάγνωσης της σχέσης με τον χώρο, με την οποία διαφοροποιείται η στατική αντιμετωπιση του καλλιτεχνικού προιόντος. Η πολλάπλότητα των σχέσων μεταξύ της φυσικής, αισθησιακής επαφής με το περιβάλλον και της διανιητικής ανταπόκρισης στα οπτικά και ακουστικά ερεθίσματα, όπως και της ψυχολογικής μας εξάρτησης από το γήινο στοιχείο, γίνονται το πραγματικό στοιχείο επεξεργασίας του καλλιτέχνη.
Η Ρίκα Κριθαρά δουλεύει σταθερά, τα τελευταία χρόνια, στην περιοχή αυτής της προσέγγισης. Σκηνές παρμενες από το χώρο των προσωπικών της εμπειριών, μέσα από την τριβή με τα καθημερινά ή μέσα από τη σαγήνη των ενδιαφερόντων της, αποτελούν τις αυθεντικές στιγμές με τις οποίες στοιχειοθετεί τον κόσμο που κατασκευάζει. Με το βίντεο καταγράφει μανιωδώς “καταστάσεις”, οι οποίες επαναλαμβάνονται σαν να διαστέλλεται ο χρόνος μέσα στο χώρο.
Η επανάληψη της κίνησης της αιώρησης μέσα στο υγρό στοιχείο, η κλειστή βρύση που στάζει αργά και δύστικα, η διαδρομή που ανελίσσεται με ταχύτητα σε ένα δρόμο χωρίς προορισμό, απεριόριστα, προβάλλονται σα μια συνεχόμενη και επαναλαμβανόμενη δράση, που καθρεπτίζει μια σειρά από κινήσεις μέσα στους νόμους της φύσης, με τις οποίες η ιδέα του πεπερασμένου χώρου και χρόνου παραλλάσσεται σε διάφορες απεριόριστες προεκτάσεις.
Στο έργο που παρουσιάζει, με τίτλο “Mirror Fugues”, δύο παράλληλες προβολές αλληλοκαλύπτονται μερικώς. Η στατική εικόνα της βρύσης, που ζωντανεύει με μια σταγόνα που αργά και στενάχωρα απελευθερώνεται από το στόμιο που σταματά τη ροή, αντιπαρατίθεται στην ιλιγγιώδη ταχύτητα με την οποία το μάτι διασχίζει τα όρια του χώρου σα να πετάει πάνω από τη γη. Μια ελκτική κίνηση που ανταποκρίνεται στους φυσικούς νόμους της βαρύτητας, συνδιαλέγεται με το “πέταγμα” πάνω στο έδαφος, σα δυό σώματα σε συνεχή ροή, που ενώ ανήκουν στην ίδια κατηγορία συμπεριφοράς, καθρεπτίζονται σε δύο εντελώς αντίνομες καταστάσεις.
Με μια αργή στάλα και μια φυγή, η Ρίκα Κριθαρά διαστέλλει τα όρια του συγκεκριμένου, καθώς η πραγματικότητα, με ρεαλισμό προβάλλεται μέσα στη διχόνοιά της, ανάμεσα στην ελκτική της κίνηση προς το γήινο έδαφός της και στη διάσπασή της από αυτό. Ανάμεσα σε αυτές τις δύο πραγματικές καταστάσεις, η Κριθαρά συνθέτει μια ακόμα κίνηση, που μετατοπίζει το βλέμμα μας από τη μιά στην άλλη όχθη της πραγματικότητας, από τη στατική στην κινητική επαφή με το περιβάλλον, σα να συμμετέχει στο συνεχές παίξιμο μιας “φούγκας” ανάμεσα στο πλεγμα των κανόνων της φύσης. Με δυο απλές κινήσεις, δημιουργεί τη συν-κίνηση του ματιού και της ψυχής, καθώς σε αυτή τη παράλληλη και εφαπτόμενη δράση καθρεπτίζεται η αιώνια ανθρώπινη πραγματικότητα, που μετακινείαται από στιγμές αιχμαλωσίας σε στιγμές απελευθέρωσης.
Η Ρίκα Κριθαρά φαίνεται ότι από την αρχή της πορείας της ξέρει να δράττεται του παρόντος χρόνου χωρίς να εγκλωβίζεται στην “περίφημη στιγμή”. Ίσως η αντίληψη του χρόνου θα μπορούσε να αντιστραφεί, σημαίνοντας ότι που είναι η ψυχή είναι και το παρόν και όχι αντίστροφα. Εκεί, που όλα είναι δωρεά των νόμων της δημιουργίας, της Φύσης και του ανθρώπου.
Έφη Στρούζα, Ιστορικός και Κριτικός Τέχνης